"Τον άνδρα ειπέ μου, Μούσα, τον πολύστροφο, που πάρα πολύ επλήγη,

αφού της Τροίας την ιερήν πόλιν εξεπόρθησε'

και πολλών ανθρώπων είδεν άστεα και νουν εγνώρισε,

και πολλά αυτός στον πόντον έπαθε άλγη στο θυμικό του,

για να σώσει την ψυχή του και το νόστο των εταίρων"

Η Αποθέωση του Όμήρου.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΕΚΤΟΡΑΣ ΚΙ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

                                                 
«Μή μοῦ βαριοπικραίνεσαι, γυναίκα, καί κανένας,
ἄν δέν τό γράφει ἡ μοίρα μου, στόν Ἅδη δέ μέ στέλνει.
Εἰδέ ἀπ' τό ριζικό κανείς δέ θά σωθεῖ ποτές του,
θές ἀντριωμένος θές δειλός, μιᾶς πού βρεθεῖ στόν κόσμο.»
(ΙΛΙΑΔΑ, Ζ, 486-489)

Σύμφωνα με τον Λατίνο ποιητή Μάρκο Βαλέριο Μαρτιάλη (40 π.Χ.-104 π.Χ.) ο Έκτορας και η Ανδρομάχη ήταν το τέλειο ερωτικό ζευγάρι της αρχαιότητας καθώς περιλάμβανε στο ακέραιο την ποσότητα και την ποιότητα, σε τιμές απόλυτες κι ακραίες. Την νιότη, την ομορφιά, την δράση, την απειλή, την καθαρότητα, τον θάνατο.
Ο τρόπος, δε, που παράστησε το ερωτικό σμίξιμο του Έκτορα και της Ανδρομάχης έδωκε στο λεξικό του έρωτα μία νέα ορολογία: την αποκαλούμενη "ιππαστί στάση". Μία επινόηση της συζύγου για την ξεκούραση του πολεμιστή από την καθημερινή καταπόνηση στα πεδία των μαχών:

Masturbabantur post ostia frygii servi,
Hectoreo quotiens sederat uxor equo.

Λαγνοβοούν πίσω απ' την πόρτα οι φρυγικοί υπηρέτες
τις νύχτες που η σύνευνη ιππεύει το εκτόρειο άλογο.

πηγη: http://polemonm.blogspot.com

Ιδού η μουσική προσέγγιση του Μάνου Χατζιδάκι για το "τελειότερο ερωτικό ζευγάρι του αρχαίου κόσμου" σε στίχους Ιάκωβου Καμπανέλλη και τη φωνη του Λάκκη Παππά

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Αμβροσιανή Ιλιάς

Αμβροσιανή Ιλιάς (λατ. Ilias Ambrosiana, Ilias picta) ονομάζεται εικονογραφημένο χειρόγραφο του 5ου ως 6ου αιώνα της Ιλιάδας του Ομήρου που φιλοξενείται στην Αβροσιανή Βιβλιοθήκη (Biblioteca Ambrosiana) του Μιλάνου. Γράφτηκε το 500 περίπου στην Αλεξάνδρεια και αποτελείται από 51 μέρη.
Το χειρόγραφο ανήκε στον λόγιο Gian Vincenzo Pinelli (1535–1601), ο οποίος το 1609 δώρισε την συλλογή βιβλίων του στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη. Ανάμεσα σε ένα χειρόγραφο του 13ου αιώνα ήταν κολλημένα και τα 51 φύλλα με εικόνες εμπνευσμένες από την Ιλιάδα. Στην πίσω μεριά των εικόνων ήταν γραμμένα τα κείμενα της Ιλιάδας.

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011


Ο έρωτας στην Ιλιάδα
Στα ομηρικά έπη, και ειδικότερα στην Ιλιάδα, ο ρόλος που δίνεται στον έρωτα είναι μάλλον δευτερεύων. Η κατάσταση στο έπος έχει ως εξής: Οι Έλληνες βρίσκονται μακριά από τα σπίτια και τις συζύγους τους. Οι γυναίκες, με τις οποίες έρχονται σε επαφή, είναι λάφυρα πολέμου, σκλάβες – όπως η Βρισηίδα. Η Βρισηίδα φαίνεται να τρέφει τρυφερά αισθήματα για τον Αχιλλέα, και ενδόμυχα ελπίζει να τον παντρευτεί. Αντίθετα, ο ήρωας δεν εκφράζει κανενός είδους αγάπη και στοργή απέναντι στη σκλάβα του, και όταν ο Αγαμέμνονας του την παίρνει, στην αρχή της Ιλιάδας, εκείνο που πληγώνεται είναι η τιμή του Αχιλλέα και όχι τα αισθήματά του. Αλλά και ο Αγαμέμνονας απαντάει με σκληρότητα στον πατέρα της δικής του σκλάβας, της Χρυσηίδας, ο οποίος του προσφέρει δώρα για να πάρει πίσω την κόρη του: «Την κόρη δεν τη δίνω εγώ!... παρ’ όταν πια γεράσει απ’ την πατρίδα της μακριά, στο σπιτικό μου, στ’ Άργος, τη μέρα με τον αργαλειό, τη νύχτα στο πλευρό μου» (Α 29-31). Στη συνέχεια, ο Αγαμέμνονας λέει λόγια προσβλητικά και για τη νόμιμη σύζυγό του την Κλυταιμνήστρα, όταν απαντάει με οργή στον μάντη Κάλχα: «Τώρα στ’ ασκέρι πάλι ομπρός λαλείς και προφητεύεις πως τάχα τόσες συφορές για αυτό τους στέλνει ο Φοίβος, τι εγώ στην πλούσια ξαγορά δεν έστερξα της κόρης, που κάλια αυτή τον πύργο μου να μου στολίζει θέλω. Ναι, κι απ’ τ’ απάρθενό μου εγώ τήνε προκρίνω ταίρι, την Κλυταιμνήστρα, τι μαθές χειρότερη δεν είναι στα κάλλη, μήτε στο κορμί, στη γνώση και στα χέρια» (Α 109-115).
Μοναδικό παράδειγμα τρυφερής συζυγικής αγάπης, που συναντάμε στο έπος, είναι εκείνο του Έκτορα και της Ανδρομάχης. Και σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, ο Όμηρος χρησιμοποιεί την τελευταία συνάντηση μεταξύ των δύο συζύγων όχι για να υμνήσει τον Έρωτα αλλά για να τονίσει την ανδρεία του πολεμιστή Έκτορα, ο οποίος δεν διστάζει να έρθει αντιμέτωπος με το θάνατο, παρά τα παρακάλια της αγαπημένης του. «Έχτορα, τώρα εσύ γονιός κι εσύ γλυκιά μου μάννα, εσύ είσαι εμένα κι αδερφός και τρυφερό μου ταίρι, μόνο πια λυπήσου με, κι αυτού στο κάστρο μείνε απάνου, μήπως με ρίξεις σε χηριά και το παιδί σε ορφάνια» (Ζ 429-432). Η Ανδρομάχη και η επιθυμία της δεν λαμβάνονται υπόψη. Ο Έκτορας οφείλει να εκπληρώσει το χρέος του απέναντι στους Τρώες, το κλέος, η δόξα είναι ανώτερη από κάθε είδους αγάπη. Έτσι απαντάει στην Ανδρομάχη: «Γυναίκα, ναι κι εγώ όλα αυτά στο νου μου τ’ αναδεύω∙ όμως ντροπή απ’ τις Τρώισσες, ντροπή ’ναι ομπρός στους Τρώες να σέρνουμαι έτσι σαν κιοτής αλάργα απ’ τους πολέμους… μήτε το θέλει μου η καρδιά! Τι πάντα παλικάρι έμαθα να ’μαι και μπροστά στις κονταριές να τρέχω, μ’ απόφαση το γονικό να διαφεντέψω θρόνο» (Ζ 441-446). Ο Έκτορας φεύγει και η Ανδρομάχη μένει κλεισμένη μέσα στα ανάκτορα, μαζί με τις άλλες γυναίκες, όπου δεν μπορεί παρά να περιμένει υφαίνοντας στον αργαλειό της. Όταν, στη ραψωδία Χ, ακούει τις οιμωγές και τους θρήνους των άλλων γυναικών που βρίσκονται στους πύργους, αρχίζει να τρέχει μέσα στο μέγαρο, «σαν παλαβή», κι όταν βλέπει το σώμα του αγαπημένου τους να σέρνεται από τους ίππους χωρίς φροντίδα «νύχτα τα μάτια σκότεινη της σκέπασε» (Χ 466).
Δύο είναι οι πιο «δύσκολες» σκηνές αγάπης στην Ιλιάδα. Στην τρίτη ραψωδία, ο Πάρης τολμά να αντιμετωπίσει σε μονομαχία τον Μενέλαο. Κι ο δυνατός έλληνας ήρωας θα τον είχε σκοτώσει αν δεν μεσολαβούσε η Αφροδίτη, η αιώνια προστάτιδα του Πάρη. Ο Μενέλαος επιδεικνύει οργισμένος στο ελληνικό στρατόπεδο την περικεφαλαία του Πάρη, ενόσω εκείνος μεταφέρεται πάνω σε ένα σύννεφο σε αρωματισμένο υπνοδωμάτιο. Η Αφροδίτη επιβάλλει στην Ελένη να συναντήσει εκεί τον εραστή της, παρά τη θέλησή της. Η Ελένη, τρέμοντας, φορά τον λευκό πέπλο της και επιστρέφει στο παλάτι όπου την περιμένει ο Πάρης. Είναι θυμωμένη: ο Πάρης είναι ένας δειλός, που δεν μπορεί να νικήσει έναν δυνατό πολεμιστή όπως ο Μενέλαος. Όμως τον Πάρη απασχολούν τελείως διαφορετικές σκέψεις: «Μόνο πάμε τώρα το φιλί στο στρώμα να χαρούμε∙ τι τέτοια φλόγα στην καρδιά δεν ένιωσα ποτές μου, μήτε όταν πρώτα σ’ άρπαξα απ’ την πανώρια Σπάρτη και με τα πελαγόδρομα ταξίδευα καράβια» (Γ 441-444). Και έτσι μια Ελένη μετανιωμένη, που νοσταλγεί τον πρώτο της, αρρενωπό, άνδρα, υποχρεώνεται να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του Πάρη, που την ποθεί όπως την πρώτη φορά που την είδε.
Και ο Δίας όμως κυριεύεται από μια ξαφνική και βίαιη επιθυμία για τη γυναίκα του Ήρα, την οποία αντίθετα συνήθως απατά. Στην ραψωδία Ξ της Ιλιάδας, η Ήρα διαθέτει ένα ακατανίκητο όπλο, στο οποίο κανείς δεν αντιστέκεται: τον μαγικό στηθόδεσμο της Αφροδίτης, ο οποίος ξυπνά τον πόθο και τον έρωτα, τόσο που ακόμη και οι σοφοί χάνουν τα λογικά τους. Ο Δίας θέλει αμέσως να κάνει έρωτα με την Ήρα, που φοβάται μήπως τους δουν οι άλλοι θεοί: ξαπλώνουν κάτω από τον Όλυμπο, σε ένα ανθισμένο λιβάδι, ενώ ο πατέρας των θεών τυλίγει γύρω τους ένα χρυσό σύννεφο, αδιαπέραστο από τα ξένα βλέμματα: «Είπε, κι αρπάει το ταίρι του στην αγκαλιά του ο Δίας. Κι η Γης τούς βγάζει νιόβλαστο και μαλακό χορτάρι, γιούλια τους βγάζει ολόδροσα βασιλικούς και κρίνους πυκνούς, που έτσι αψηλά απ’ της γης το χώμα τούς κρατούσαν. Πέσανε εκεί, μες σε χρυσό κουκουλωμένοι γνέφι, πανώριο γνέφι πού ’σταζε δροσιές αχτιδοβόλες» (Ξ 346-351).
Ο Όμηρος στήνει ένα σκηνικό σαν παραπέτασμα μπροστά από τους δύο θεϊκούς του εραστές: μια σκηνή που θυμίζει κινηματογραφικό fade out. Όμως και σε αυτή την περίπτωση ελάχιστος ρομαντισμός διακρίνεται στην αυταρχική επιθυμία του Δία. Στην πραγματικότητα πρόκειται για εξαπάτηση: η Ήρα ήθελε με τον τρόπο αυτό να αποκοιμήσει το σύζυγό της για να τον κρατήσει μακριά από τον πόλεμο, ώστε εκείνη να βοηθήσει τους αγαπημένους της Έλληνες. Αλλά και ο Δίας συμπεριφέρεται ανάλογα, δηλώνοντας έντονα τον ερωτικό του πόθο για τη γυναίκα του, χωρίς ωστόσο να διστάσει να θυμηθεί τις πολυάριθμες θνητές ερωμένες που είχε: «έλα εμείς τον έρωτα μια στάλα να χαρούμε, τι ως τώρα πόθος γυναικός ή και θεάς ποτές μου στα στήθια δε μου χύθηκε, δε μ’ άγγιξε τα σπλάχνα, όσο σε θέλω και γλυκός τώρα με φλέγει πόθος, ούτε όταν ερωτεύτηκα τη σύζυγο του Ιξίονα… ούτε τη Δανάη… ούτε την κόρη του Φοίνικα… ούτε τη Σεμέλη… ούτε την Αλκμήνη (Ξ 314 κ.εξ.)». Τελικά, ο Δίας συνθέτει, μπροστά στη γυναίκα του, έναν ολόκληρο κατάλογο των ερωμένων του, ενώ η δαιμόνια Ήρα υπομένει την ταπείνωση, μόνο και μόνο γιατί θέλει να χρησιμοποιήσει την ερωτική τους συνεύρεση για να πετύχει τους σκοπούς της. Αντίθετα, άλλες φορές, ο Δίας φοβάται την εκδικητική ζήλια της γυναίκας του. Όταν η Θέτις για παράδειγμα, στεναχωρημένη για τη μεγάλη προσβολή που έγινε στο γιο της Αχιλλέα, τον παρακαλεί και του ακουμπά τα γόνατα, σε μια χειρονομία ικεσίας, που φυσικά θα μπορούσε να παρεξηγηθεί, ο Δίας πράγματι υπόσχεται να βοηθήσει τη Θέτιδα, όμως της ζητά να απομακρυνθεί γρήγορα για να μην τη δει η Ήρα (Α 517 κ.εξ.).

Ο έρωτας στην Οδύσσεια
Ο πόλεμος στην Οδύσσεια έχει λήξει και υπάρχει περισσότερος διαθέσιμος χώρος για τον έρωτα. Ο Οδυσσέας αποτελεί αντικείμενο κάθε είδους έρωτα. Η πανέμορφη νύμφη Καλυψώ που τον κρατά κρυμμένο επτά χρόνια, θα του χάριζε ακόμα και την αθανασία αν ήθελε να μείνει μαζί της για πάντα. Η Καλυψώ είναι μια νύμφη θεϊκή, αλλά τα συναισθήματά της είναι πολύ ανθρώπινα· θέλει να πείσει τον άνθρωπο που αγαπά και δεν διστάζει να τον ρωτήσει γιατί θέλει να επιστρέψει στην Πηνελόπη, τη γυναίκα του: «το είδα και καλά το ξέρω, η Πηνελόπη αντίκρυ σου, όσο κι αν δεν της λείπει η φρόνηση, σου υπολείπεται και στη μορφή και στο παράστημα. Είναι θνητή, κι εσύ ’σαι αθάνατη, στον χρόνο αγέραστη» (ε 210-213). Ο Οδυσσέας όμως αρνείται στον ίδιο βαθμό: δεν μπορεί να προσβάλει την ωραιότατη θεά και παραδέχεται πως η Πηνελόπη δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της ως προς το κάλλος. Επιθυμεί όμως επίσης να επιστρέψει στο σπίτι του, στην Ιθάκη. Η Καλυψώ ηττάται και πρέπει να μείνει ικανοποιημένη που θα κάνει έρωτα μαζί του για μια ακόμη τελευταία φορά: «Προχώρησαν οι δυο στο κοίλο βάθος της σπηλιάς, κοιμήθηκαν μαζί, και χάρηκαν μαζί φιλί κι αγκάλη» (ε 225-227). Στην πραγματικότητα ο Οδυσσέας αρχικά ήταν ευχαριστημένος να χαίρεται τον έρωτα της πανέμορφης θεάς: αλλά ακόμα και η θεϊκή ομορφιά μπορεί να οδηγήσει στην πλήξη, και έτσι ο Οδυσσέας από καιρό έφθειρε τα μάτια του κλαίγοντας: «οδύρονταν, αφού καμιά χαρά δεν του έδινε τώρα η νεράιδα. Τις νύχτες αν κοιμότανε μαζί της στο βάθος της σπηλιάς, το ’κανε από ανάγκη· το ’θελε εκείνη, εκείνος όχι. Τις μέρες όμως τις περνούσε κρεμασμένος σε βράχια κι ακρωτήρια, τα σωθικά του τρώγοντας με δάκρυα, στεναγμούς και λύπες, με μάτια βουρκωμένα, στυλωμένα πάντα στο άκαρπο πέλαγος» (ε 154-157).
Ο Οδυσσέας ως εραστής κάνει πράγματι εντατική χρήση των χαρισμάτων του· απολαμβάνει για ένα χρόνο σχεδόν και την «περικαλλή ευνή» της επικίνδυνης Κίρκης. Ο Οδυσσέας επωφελείται ακόμα και από το αγνό συναίσθημα της νεαρής Ναυσικάς· η πριγκίπισσα θα ήθελε ο ξένος που ναυάγησε στο νησί της, μεγάλος πια σε ηλικία αλλά ρωμαλέος ακόμα, να την παντρευόταν. Η Ναυσικά είναι η γυναίκα που σώζει πραγματικά τον Οδυσσέα: και χάρη σε εκείνη που τον οδηγεί στην αυλή των Φαιάκων, ο Οδυσσέας καταφέρνει να επιστρέψει στην Ιθάκη. Πριν φύγει, ενώ η κόρη τον κοιτά με θλίψη, ο Οδυσσέας τής υπόσχεται πως δεν θα την ξεχάσει ποτέ. Ακριβώς αντίθετα όμως, η Ναυσικά είναι η μοναδική γυναίκα που ο Οδυσσέας δεν θυμάται, όταν αφηγείται τις περιπέτειές του στην Πηνελόπη.
Ο έρωτας, όπως έχουμε δει στη συνάντηση του Δία και της Ήρας, είναι δύναμη ακατανίκητη, μαγική και μπορεί να οδηγήσει στην τρέλα. Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα αυτής της τρέλας από έρωτα: στην Ιλιάδα η ώριμη γυναίκα του βασιλιά Προίτου ερωτεύεται απελπισμένα τον νεαρό ήρωα Βελλεροφόντη, ο οποίος την αποκρούει: και εκείνη για να τον εκδικηθεί τον διαβάλλει πως προσπάθησε να τη βιάσει (Ζ 164 κ.εξ.). Πρώτοι οι θεοί, όπως έχει ειπωθεί, δεν αντιστέκονται στη θέληση του έρωτα: οι εραστές Άρης και Αφροδίτη πιάστηκαν στο κρεβάτι από την παγίδα που έστησε ο Ήφαιστος, ο κουτσός σύζυγος της πανέμορφης θεάς του έρωτα. Ο Ήφαιστος, έρμαιο του πόνου, για να διαπομπεύσει τη σύζυγο καλεί όλους τους θεούς να αντικρύσουν το άσεμνο θέαμα. Όμως ο Απόλλωνας βλέποντας την Αφροδίτη, γυρίζει στον Ερμή και ρωτάει: «θα δεχόσουν, παγιδευμένος σε φριχτά δεσμά, να πλάγιαζες στην ίδια κλίνη με τη χρυσή Αφροδίτη;» Και ο Ερμής απαντά: «Άμποτε κάτι τέτοιο να γινόταν, λαμπρέ εκηβόλε Απόλλωνα• ας ήμουν γύρω μου δεμένος με τρεις φορές τόσα κι αμέτρητα δεσμά, ας με θωρούσατε όλοι εσείς, θεοί, θεές· φτάνει να πλάγιαζα με τη χρυσή Αφροδίτη» (θ 339 κ.εξ.). Με τα λόγια αυτά όλοι οι θεοί ξεσπούν σε ασταμάτητα γέλια. Ανάλογος είναι και ο νοσταλγικός θαυμασμός των γερόντων στην Ιλιάδα, που βλέπουν να περνά η πανέμορφη Ελένη στα τείχη της Τροίας και αναστενάζουν: «για πλάσμα σαν κι αυτή δεν είναι κατηγόρια τόσον καιρό που σφάζονται οι Δαναοί κι οι Τρώες! Αλήθεια αθάνατη θεά λες είναι σαν τη βλέπεις» (Γ 155 κ.εξ.).

Ο έρωτας στον Όμηρο

Η επική ποίηση λοιπόν ξέρει να διακωμωδεί τη δύναμη του έρωτα, αν και στο βάθος εξακολουθεί να υπάρχει κάποιος φόβος: ότι ο έρωτας μπορεί να αφαιρέσει τη δυνατότητα της λογικής σκέψης. Οι μεταγενέστερες γενεές, κυρίως οι φιλόσοφοι, δεν εκτίμησαν την τόσο ελευθέρια και ελάχιστα ρομαντική παρουσίαση του έρωτα από τον Όμηρο. Ο Πλάτωνας έδειξε περιφρόνηση για την τολμηρή παρουσίαση των μοιχών θεών: μόνο μια εκλεπτυσμένη αλληγορική ερμηνεία μπόρεσε αργότερα να δικαιολογήσει στα μάτια των ηθικολόγων την οδυνηρή σκηνή της επ’ αυτοφώρω σύλληψης του Άρη και της Αφροδίτης· το ίδιο και την αποπλάνηση του Δία από την Ήρα στην Ιλιάδα, ένα αριστούργημα ρητού και άρρητου, φωτισμένου και αμέσως σβησμένου, σαν τα φιλιά στον βωβό κινηματογράφο. Και ο προφανώς άφθαρτος έρωτας ανάμεσα στον Οδυσσέα και την Πηνελόπη μοιάζει ωστόσο λιγότερο ειδυλλιακός, αν αναλογιστεί κανείς τις τόσες προδοσίες του Οδυσσέα...
Στην Αναγέννηση, όταν η Ιλιάδα επανήλθε ως το ύψιστο λογοτεχνικό πρότυπο επικού ποιήματος, έγινε αντιληπτή ακόμη περισσότερο η έλλειψη έρωτα στον Όμηρο. Έτσι διορθώθηκε ο Όμηρος και εφευρέθηκε ένας νέος τύπος επικής προσωπικότητας που δεν εμφανίζεται στην Ιλιάδα: η γυναίκα-πολεμιστής, η οποία στο τέλος ερωτεύεται τον εχθρό της. Αλλά για να αρχίσει μια ιστορική γνώση της Ιλιάδας, πρέπει να ασχοληθεί κανείς με τον 17ο αιώνα: είναι σ’ αυτόν τον αιώνα που πραγματικά ξεσπά η Querelle des Anciens et des Modernes [Διαμάχη Αρχαίων και Νεοτέρων] και ο Όμηρος βρίσκει τους πιο θανάσιμους εχθρούς και τους πιο πιστούς υποστηρικτές του. Αυτοί που μισούσαν τον Όμηρο ήθελαν να αποδείξουν πόσο «πρωτόγονος», τραχύς και βάναυσος ήταν. Η κύρια επιβεβαίωση της «βαναυσότητάς» του ήταν ακριβώς η απουσία του έρωτα από τα ποιήματά του. Ο 17ος αιώνας ήταν ο αιώνας της ερωτικής αβρότητας, ο αιώνας των μεγάλων κυριών, των κομψών συνομιλιών τους και των κρυφών τους ερώτων, ο αιώνας των liaisons dangereuses [επικίνδυνων σχέσεων]. Είναι φυσικό που δεν υπήρξε άλλη εποχή που η δόξα του Ομήρου να θάμπωσε σε τέτοιο βαθμό, επειδή τον 17ο αιώνα είναι που έγινε μια ανακάλυψη: ο Όμηρος ήταν βάρβαρος. Στον Όμηρο, πραγματικά, όπως και στη Βίβλο, παρουσιάζεται μια πρωτόγονη βαθμίδα του πολιτισμού, η ίδια που αναγνωριζόταν πάντα με ευκολία στις εκθέσεις των ταξιδιών με τις γραφικές αφηγήσεις των συνηθειών και των εθίμων των αγρίων της βόρειας Αμερικής. Φυσικά η εκτίμηση τόσο των αμερικανικών πληθυσμών όσο και των αρχαίων ως «αγρίων» και πρωτόγονων», ήταν των καλλιεργημένων Ευρωπαίων, οι οποίοι αισθάνονταν να βρίσκονται στην κορυφή του πολιτισμού και του Διαφωτισμού.

Sotera Fornaro, Αναπλ. καθηγήτρια, Facoltà di lettere e filosofia, Università degli studi di Sassari, Σαρδηνία
soterafornaro@hotmail.com


Μετάφραση χωρίων:
Ομήρου Οδύσσεια, μετάφραση Δ.Ν. Μαρωνίτης, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, 2006.
Η Ιλιάδα μεταφρασμένη από τον Αλέξ. Πάλλη, Αθήνα: Ιωάννης Δ. Κολλάρος & Σια Α.Ε. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1962.

Μετάφραση από τα ιταλικά: Κατερίνα Γκίκα, Πελαγία Τσινάρη, Κατερίνα Χαρατζοπούλου

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

Οι 9 Μούσες οι Τέχνες

Η παράδοση αναφέρει: δύο Μούσες εφεύραν τη θεωρία και την πράξη στη μάθηση. Τρεις Μούσες εφεύραν τους τρεις μουσικούς τόνους αδρόν, μέσον και ισχνόν τις τρεις χορδές της Λύρας, τις τρεις προσωδίες οξεία, βαρεία, περισπωμένη και τους τρεις χρόνους παρεληλυθότα, ενεστώτα, μέλλοντα τα τρία πρόσωπα, τους τρεις αριθμούς, το τρίγωνο των αστέρων και άλλα τριάριθμα. Τέσσερις Μούσες εφεύραν τις τέσσερις διαλέκτους: αττική, ιωνική, αιολική και δωρική. Πέντε Μούσες τις πέντε αισθήσεις: όραση, γεύση, όσφρηση, αφή και ακοή. Επτά Μούσες εφεύραν τις επτά χορδές της λύρας, τις επτά Ουράνιες ζώνες, τους επτά πλανήτες και τα επτά φωνήεντα του ελληνικού αλφάβητου.

1. Πολυύμνια (ή Πολύμνια ή Πολυάμνια). Το όνομα Πολυμνία από το πολύς και ύμνος, επειδή υμνεί πολλούς ανθρώπους ή από το πολλών και μνήμη, επειδή μνημονεύει πολλούς στην ιστορία. Ήταν προστάτισσα των θεϊκών ύμνων αλλά και της υποκριτικής μίμησης, της γεωμετρίας, της ιστορίας, της γραμματικής κ.ά. Τη ζωγράφιζαν να κοιτά προς τον Ουρανό με στεφάνι από δάφνη και μαργαριτάρια στο κεφάλι, λευκό φόρεμα, με τη λύρα στα χέρια της και την επιγραφή Πολυ-μνίας κ Μύθους.

Πολυύμνια = 80+70+30+400+400+40+50+10+1 = 1081 => 10+8+1= 19 =>1+9= 10 =>1+0=1

2. Ουρανία ήταν προστάτισσα των Ουρανίων Σωμάτων και γενικά της αστρονομίας που ανακάλυψε. Σύμφωνα με την παράδοση με το Διόνυσο γέννησε τον Υμέναιο και με τον Απόλλωνα το Λίνο. Ζωγράφιζαν την Ουρανία στεφανωμένη με αστέρια και προμετωπίδιο, μπλε φόρεμα, μπροστά της τρίποδα που επάνω είχε την ουράνια σφαίρα και διαβήτη.

Ουρανία = 70+400+100+1+50+10+1 = 632 => 6+3+2=11=> 1+1= 2

3. Τερψιχόρη επινόησε το χορό, την άρπα και την παιδεία. Ονομάστηκε Τερψιχόρη, επειδή ετέρπετο, ευχαριστιόταν με το χορό. Ίσως και από τη μάθηση (που τέρπει τους ακροατές). Στην παράδοση αναφέρεται πως γέννησε με το Στρυμόνο το Ρήσο και με τον Άρη το Βίστωνα ή ακόμη με τον Αχελώο τις Σειρήνες. Την Τερψιχόρη ζωγράφιζαν δαφνοστεφανωμένη και με προμετωπίδιο να κρατά άρπα και να χορεύει χαρούμενη, ενώ τα πόδια της μόλις να ακουμπούν τη γη και με την επιγραφή Τερψιχόρη λΰραν.

Τερψιχόρη= 300+5+100+700+10+600+70+100+8= 1893 => 1+8+9+3=21 =>2+2= 3

4. Μελπομένη ήταν προστάτισσα της Τραγωδίας, επειδή αυτή την επινόησε, της ρητορικής και της μουσικής μελωδίας . Ονομάστηκε Μελπομένη από την λέξη μολττήν επειδή δι αυτής μέλπουσιν οί άνθρωποι όλοι τους αγαθούς. Η Μελπομένη με τον Αχελώο, κατά μία παράδοση, γέννησε τις Σειρήνες Τη ζωγράφιζαν να φορεί μάσκα τραγωδίας, θυμωμένη, δαφνοστεφανωμένη με σκήπτρο, ρόπαλο στα χέρια και την επιγραφή Μελπομένη Τραγωδίαν

Μελπομένη= 40+5+30+80+70+40+5+50+8= 328 => 3+2+8=13 =>1+3= 4

5. Θάλεια ή Θάλλεια ήταν Έφορος της Κωμωδίας. Ανακάλυψε την κωμωδία, τη γεωμετρία, την αρχιτεκτονική και τη γεωργία. Ηταν προστάτισσα και των Συμποσίων. Το όνομα Θάλεια = θάλλειν τα φυτά, ή από του Θάλεια στα (συμπόσια) ή... επειδή θάλλουσιν εις πολλούς αιώνας οί επαινούμενοι δια των ποιημάτων... Έλεγαν πως ο Παλαίφατος ήταν γιος της. Τη ζωγράφιζαν στεφανωμένη με κισσό, νέα και χαμογελαστή, να κρατά κωμική μάσκα. Άλλες φορές δαφνοστεφανωμένη με πράσινο πανωφόρι και την επιγραφή Θάλεια Κωμωδίαν.

Θάλλεια= 9+1+30+30+5+10+1= 86 => 8+6=14 => 1+4= 5

6. Καλλιόπη ήταν η ανώτερη και επισημότερη από τις άλλες αδελφές της Μούσες. Συνόδευε τους βασιλείς και τους ανώτατους άρχοντες για να επιβάλλει με τα λόγια της υποταγή και δικαιοσύνη. Η Καλλιόπη ήταν προστάτισσα των ηρωικών ποιημάτων και της ρητορικής. Ονομάστηκε Καλλιόπη, επειδή είχε ωραία όψη, πρόσωπο. Την ονόμαζαν και Καλλιέπειαν, επειδή ήταν ευρέτρια της ποίησης. Σύμφωνα με την παράδοση η Καλλιόπη γέννησε τον Ορφέα, τις Σειρήνες, τον Κυμόθεο κ.ά. Ζωγράφιζαν την Καλλιόπη νέα και ωραία, με άνθη στο κεφάλι ή κισσό, στο δεξιό χέρι να κρατά δάφνες και στο αριστερό δύο βιβλία, πολλές φορές την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.

Καλλιόπη= 20+1+30+30+10+70+80+8=249=> 2+4+9=15 => 1+5= 6

7. Ευτέρπη ανακάλυψε διάφορα μουσικά όργανα, τα μαθήματα, και τη διαλεκτική. Τα μαθήματα τέρπουν τους ανθρώπους, αλλά και ''είναι εύτερπεις οι λόγοι των πεπαιδευμένων''. Η Ευτέρπη με το Στρυμόνα γέννησε το Ρήσσο. Τη ζωγράφιζαν δαφνοστεφανωμένη να παίζει αυλό ή να τον κρατά. Δίπλα της βρισκόταν όργανα μουσικά και κείμενα, ο Έρωτας και δένδρα με τον τραγουδιστή Τέττιγα (τζιτζίκι).

Ευτέρπη= 5+400+300+5+100+80+8= 898=> 8+9+8=25 => 2+5= 7

8. Κλειώ ή Qλειώ (Q=Κόππα) ανακάλυψε την Ιστορία (και την κιθάρα). Η ιστορία ονομαζόταν Κλειώ, επειδή αναφέρεται στο Κλέος (που ανήκει στους ήρωες του παρελθόντος), που μας διηγούνται οι συγγραφείς μέσα από τα βιβλία. Σύμφωνα με την παράδοση, η Κλειώ κατηγόρησε την Αφροδίτη επειδή ερωτεύθηκε τον 'Aδωνι. Η Αφροδίτη ανταπέδωσε: Την οδήγησε στο σπίτι του Πίερου και την έκανε να τον ερωτευθεί. Η Κλειώ με τον Πίερο γέννησε τον Υάκινθο. Με το Μάγνητα (πατέρα του Πίερου) γέννησε τον Ιάλεμο, τον Υμέναιο και το Λίνο. Ζωγράφιζαν την Κλειώ δαφνοστεφανωμένη και με πορφυρό ένδυμα. Στο δεξί της χέρι κρατούσε μία σάλπιγγα και στο αριστερό ένα βιβλίο, που έγραφε Κλειώ Ιστορία. Στα πόδια της υπήρχε το Κιβώτιο της Ιστορίας.

Qλειώ= 90+30+5+10+800=935 =>9+3+5=17 => 1+7= 8
9. Ερατώ είναι η ευρέτρια των ερωτικών ποιημάτων, του γάμου, (και της ποιήσεως, της μουσικής και της διαλεκτικής). Το όνομα Ερατώ από το έρεσθαι και από τη λέξη έρως και εραστής. Τη ζωγράφιζαν καθιστή, να φορά ροδοστέφανο (στεφάνι από τριαντάφυλλα), με τη λύρα και το τόξο του έρωτος στα χέρια και την επιγραφή Έρατώ Ψάλτριαν. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος ξεκινά το τρίτο κεφάλαιο του τέταρτου μέρους στα Αργοναυτικά με: ''Και τώρα Μούσα Ερατώ, έλα κοντά μας και πες μας πώς ο Ιάσονας έφερε το χρυσόμαλλο Δέρας από τον ερωτά του στη Μήδεια,γιατί έχεις τις χάρες της Κύπριας Αφροδίτης και φέρνεις τη μαγεία στα ανύπαντρα κορίτσια''.

Ερατώ= 5+100+1+300+800=1206 => 1+2+0+6= 9



(Πηγή περί Μουσών: "ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ" του κ. Δημήτρη Βαρδίκου)

Σάββατο 30 Απριλίου 2011


Ανδρέας Κάλβος (Ζάκυνθος 1792 - Λονδίνο 1869)



ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΙΣ ΜΟΥΣΕΣ

Πολυτέκνου Θεάς, ω Μνημοσύνης
θρέμματα πτερωτά, χαραί του ανθρώπου,
και των μακάρων Ολυμπίων αείμνηστα
κ' ευτυχή δώρα· επί τα νώτα ακάμαντα
των ζεφύρων, πετάξατε ταχέως.
Εσάς προσμένει η γη μου· εκεί τα σφάγια,
και τ' άνθη εκεί πλουτίζουσι, και η σμύρνα,
χιλίους ναούς· τους έκτισαν ανίκητα
της ιεράς Ελευθερίας τα χέρια.

Ήλθεν η ποθητή ώρα· στολίζουσι
την κεφαλήν σεβάσμιον της Ελλάδος
η δάφναι, φύλλα αμάραντα θριάμβων·
και σεις χρυσά, σεις αμβροσίοδμα ρόδα
του παραδείσου ελικωνίου, συμπλέξατε
σήμερον τον αγνόν στέφανον· μόνη,
αμάργαρος, ολόγυμνος, αυτάγγελτος,
το καθαρόν του ουρανού αναβαίνει
η Αρετή· αλλ' αν η Πιερίδες
την λαμπράν της χαρίσωσιν ακτίνα,
αφθόνητος τιμάται· επαινουμένη
τους επιγείους χορούς τότε δεν φεύγει.

ΕΙΣ ΜΟΥΣΑΣ

[α'-γ']

Χαίρετε, ω κόραι, χαίρετε
φωναί οπού τα δείπνα
των Ολυμπίων πλουτίζετε
με χορών ευφροσύνας
κ' εύρυθμον μέλος.

[ε'-ζ']

Ούτω υπό τους δακτύλους σας
η ελικώνιος λύρα
τρέμει, και τ' άνθη αμάραντα
της αρετής γεμίζουσι
πάσαν καρδίαν.

[θ'-ιβ']

Τώρα, ναι τώρα αστράψατε,
ω Μούσαι, τώρα αρπάξατε
την πτερωτήν βροντήν,
κατά σκοπόν βαρέσατε
μ' εύστοχον χείρα.

Φυλάξατε τους ύμνους
δια τους δικαίους· μόνον
εις αυτούς την ειρήνην,
και τους χρυσούς στεφάνους
εις αυτούς δότε.

[ιε'-κς']

Ήλθετε, ω Μούσαι, ακούω,
και χαίρουσα πετάει,
πετά η ψυχή μου, ακούω
των λυρών τα προοίμια,
ακούω τους ύμνους.


Χριστός Ανέστη! -Χρόνια πολλά σε όλους!

Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ


Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ

Τα μνημειώδη έπη του Ομήρου αποτελούν μέχρι σήμερα ανεξάντλητη πηγή μελέτης και σχολιασμού. Εκτός από τη μοναδική λογοτεχνική αξία που έχουν παρουσιάζουν πλήθος πολιτισμικών στοιχείων τα οποία μας επιτρέπουν να ανασυνθέσουμε την εποχή που περιγράφει ο ποιητής.
Εχοντας υπόψη αυτές τις προϋποθέσεις στη μελέτη των ομηρικών επών, μπορούμε να συλλέξουμε πληροφορίες για το επίπεδο των γνώσεων του ομηρικού ανθρώπου σε ιατρικά θέματα.
Τέτοιου είδους αναφορές υπάρχουν οχι μόνο για να για να εξυπηρετήσουν την περιγραφή αλλά και επειδή είναι αναπόσπαστο μέρος της δραστηριότητας των προσώπων σε συγκεκριμένες καταστάσεις όπως για παράδειγμα οι πολεμιστές στη μάχη. Βέβαιο πάντως είναι ότι ο ομηρικός άνθρωπος αντιμετωπίζει την ασθένεια και το τραύμα, είτε ζητώντας βοήθεια από τους θεούς είτε μόνος του. Υπάρχει, δηλαδή, ένα σύνολο αντιλήψεων, γνώσεων και τεχνικών που αφορούν τη θεραπεία, η οποία, αν και κατακλύζεται από θρησκευτικά στοιχεία, αποτελεί τη βάση της ελληνικής ιατρικής. Στο ευρύτερο πνεύμα αναγωγής των πάντων στη θεϊκή δύναμη εντάσσεται η οπτική του Ομήρου.
Οι παντοδύναμοι θεοί στέλνουν την αρρώστια και το θάνατο,. από τα οποία κανείς θνητός δεν μπορεί να ξεφύγει, παρά μόνο αν το επιτρέψει η θεϊκή βούληση. Οι θεοί παρουσιάζονται, δηλαδή, να προκαλούν την ασθένεια και να επιφέρουν την ίαση.
Ο καταμερισμός των αρμοδιοτήτων των θεών -χαρακτηριστικό της ολύμπιας τάξης των πραγμάτων- κλήρωσες στα παιδιά της Λητούς, τον Απόλλωνα και την `Αρτεμη, να έχουν την ευθύνη της ασθένειας και του θανάτου, όπως άλλωστε και της θεραπείας. Οι σαϊτοφόροι θεοί στέλνουν τα φαρμακερά τους βέλη, ο πρώτος στους άνδρες, η `Αρτεμη στις γυναίκες, σκορπίζοντας το θάνατο.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι δύο αυτοί θεοί συνδέθηκαν ιδιαίτερα με τον αιφνίδιο θάνατο, αν δεχθούμε ότι τέτοια παράσταση ανακαλείται συνειρμικά στον άνθρωπο από τα τόξα και τα βέλη, όπλα που προκαλούν το θάνατο ξαφνικά και με ταχύτητα. Ωστόσο, όλοι οι θεοί εμφανίζονται να προκαλούν την αρρώστια στους θνητούς και μάλιστα ως τιμωρία. Ο ανθρωπομορφισμός του Ομήρου θέλει τους θεούς να οργίζονται και να τιμωρούν σκληρά τους ανθρώπους.
Οι τελευταίοι για να κατανοήσουν τα αίτια της οργής των θεών καταφεύγουν στους μάντεις. Τα ιερά αυτά πρόσωπα φαίνεται να έχουν τη δυνατότητα να εξηγούν τα θεϊκά σημάδια και να αποκαλύπτουν στους θνητούς ό,τι έχει ενοχλήσει το θεό. Προτείνουν, επίσης, και τον τρόπο με τον οποίο θα εξευμενιστεί ο θεός. Ο εξευμενισμός περιλαμβάνει ικεσίες και θυσίες προς τον προσβεβλημένο θεό, καθώς και τις ενέργειες εκείνες που θα επανορθώσουν το σφάλμα και θα διορθώσουν τη διαταραγμένη σχέση του ανθρώπου με το θεό. Ενδεικτική περίπτωση ερμηνείας ασθένειας και θεραπείας της αποτελεί ο λοιμός στο Α της Ιλιάδος. Ο Σμινθεύς (ποντικοδαίμονας) Απόλλων οργίζεται από την προσβολή που υφίσταται ο ιερέας του, ο Χρύσης, και μετά από τις παρακλήσεις του σκορπίζει με τα βέλη του στο στρατόπεδο των Αχαιών τη φοβερή αρρώστια αποδεκατίζοντας ανθρώπους και ζώα.
Χαρακτηριστικές είναι οι φράσεις που χρησιμοποιεί ο ποιητής για να περιγράψει την τρομερή πανώλη που πλήττει το στράτευμα. Ο ανηλεής θεός χτυπά με τα βέλη του και εξολοθρεύει τους υβριστές: « κακιά εξεσήκωσεν αρρώστια και πεθαίναν στρατός πολύς» (Α 10-11). «Κάθισε αλάργα από τα πλεούμενα κι ευτύς σαγίτα ρίχνει, και το ασημένιο του αντιδόνησε τρομαχτικά δοξάρι. Τις μούλες (= μουλάρια) πρώτα πρώτα δόξευε και τους γοργούς τους σκύλους, μετά τις μυτερές του ρίχνοντας σαγίτες τους ανθρώπους σαγίτευε» ( Α 50 - 52). « Φαρμακερές σαγίτες έριχνε στους Αχαιούς, κι εκείνοι πεθαίναν πανωτά, και χύνουνταν οι θεϊκές σαγίτες απ' άκρη σ' άκρη μες στ' αργίτικα φαρδιά λημέρια» (Α 382 -383). Οι Αχαιοί απευθύνονται στον Κάλχα για να μάθουν την αιτία της οργής του θεού: « Μον' έλα να ρωτήσουμε για λειτουργό για μάντη, για ονειροκρίτη ακόμα, τ' όνειρο, κι εκείνο ο Δίας το στέλνει, να πει, γιατί μαθές ο Απόλλωνας σε τόση οργή μας έχει;» (Α 62 - 64).
Ο μάντης αποδίδει το λοιμό στην προσβολή κατά του Χρύση και υπαγορεύει την πρακτική εξιλέωσής τους. Μόνο όταν ακολουθήσουν τις οδηγίες του μάντη, εξευμενίζουν το θεό, ο οποίος στέλνει τη θεραπεία. Αν και η δύναμη των θεών είναι καταλυτική και η βούλησή τους καθοριστική για τη ζωή του ανθρώπου, δε θα πρέπει να υποστηριχθεί ότι ο τελευταίος δεν έχει αποκτήσει βασικές γνώσεις σε θέματα που σχετίζονται με την επιβίωσή του.
Μέσα από την καθημερινή παρατήρηση και την εμπειρία ο άνθρωπος του Αιγαίου, που σε σύντομο χρονικό διάστημα θα θέσει τα θεμέλια της επιστημονικής γνώσης, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητές του μέσα στα όρια, βέβαια, που του επιτρέπουν οι θεοί. Από τις σκηνές των τραυματισμών και των θανάτων συμπεραίνουμε ότι ο ομηρικός άνθρωπος έχει κατακτήσει τις βασικές γνώσεις της ανατομίας: « τον είχε βρει πλάι στον αστράγαλο, στο πόδι το δεξιό του μιαν αγκυλόπετρα... Κι η άπονη η πέτρα και τα κόκαλα και το διπλό το νεύρο θρυμματίζει» (Δ 518 - 521) « στη μύτη πλάι στο μάτι εδρόμωσε` τ' άσπρα του εδιάβη δόντια ο ανέσπλαχνος χαλκός και θέρισε τη γλώσσα από τη ρίζα και στο σαγόνι κάτω επρόβαλε του κονταριού του η μύτη» (Ε 290 - 294) « Κι ο Ιδομενέας χτυπάει με ανέσπλαχνο κοντάρι τον Ερύμα στο στόμα, κι ο χαλός ο χάλκινος βγήκε αντίκρυ περνώντας στη ρίζα του μυαλού, και σύντριψε τα κόκαλά του τ΄άσπρα` πετάχτηκαν τα δόντια, κι αίματα τα μάτια του γιομώσαν τα δυο, κι απ' τ' ανοιχτό το στόμα του κι απ' τα ρουθούνια το αίμα ξερνούσε, και το μαύρο το σύγνεφο τον έζωνε του Χάρου» (Π 345 κ.ε.) « και πίσω στο κεφάλι του 'ριξε, στο σβέρκο, και περνώντας μέσα από τα δόντια το κοντάρι του βαθιά τη γλώσσα κόβει» (Ε 73 - 74)
Σημαντική είναι, επίσης, η διαπίστωση ότι υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος αντιμετώπισης των τραυμάτων που γίνονται στη μάχη: « Μα εμένα γλίτωσε με, φέρε με στο μαύρο μου καράβι και τη σαγίτα κόψε, βγάλε την από το μερί και πλύνε με χλιό νερό το μαύρο γαίμα μου και μαλακά βοτάνια βάλε μετά ...» (Λ 828 - 830 ) « κι απ'το σφιχτό ζωνάρι τράβηξε με βιάση τη σαγίτα και με το τράβηγμα της έσπασαν τα νύχια ομπρός κι εκείνος του 'λυσε πρώτα το ολοπλούμιστο ζωνάρι, κι από κάτω το δέμα και το ζώμα, που 'φτιασαν χαλκιάδες ξακουσμένοι. Και την πληγή, η πικρή που του άνοιξε σαγίτα, ως είδε, το αίμα βύζαξε πρώτα, κι όπως κάτεχε πραγά με τα βοτάνια πιθώνει...» ( Δ 213 - 220) « κι έξω ανάσυρε τη γρήγορη σαγίτα και μέσα από το πλεχτό ετινάχτηκε χιτώνα το αίμα ως πάνω» (Ε 112 - 113)
`Οπως βλέπουμε η διαδικασία που ακολουθείται σε έναν τραυματισμό είναι η ακόλουθη: απομακρύνεται πρώτα η αιχμή του δόρατος ή του βέλους, στη συνέχεια η πληγή καθαρίζεται, είτε ρουφώντας το μολυσμένο αίμα είτε πλένοντάς την με νερό, και μετά τοποθετούνται πάνω της βότανα. Σε πολλές περιπτώσεις συναντούμε και επίδεση του τραύματος, όπως αυτή στο Ν 598: « κι ο ψυχωμένος τότε Αγήνορας του τραβάει ( το φράξινο κοντάρι) και δένει το χέρι του σφιχτά με μάλλινη καλόστριφτη λουρίδα».
Η χρήση των βοτάνων με φαρμακευτικές ιδιότητες είναι ήδη γνωστή στους ομηρικούς χρόνους. `Οπως αναφέραμε, χρησιμοποιούνται επί των τραυμάτων. Χρησιμοποιούνται, επίσης, για να απαλύνουν τον πόνο του σώματος, ίσως και της ψυχής. Χαρακτηριστική είναι η ιδιότητα του βοτάνου στο δ 219 της Οδύσσειας που προσδιορίζεται με τη λέξη « νηπενθές», που υποδηλώνει ναρκωτική ουσία για πολλούς μελετητές και συγκεκριμένα το όπιο,ενώ για αλλους επίθετο που περιλαμβάνει όλα τα ευφραντικά φάρμακα.
`Ετσι μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε αυτές τις ουσίες στα βότανα που επιφέρουν την ίαση και προσφέρουν ανακούφιση, και σε αυτά που είναι δηλητήρια. Στα έπη διαφαίνονται ακόμα και στοιχεία προληπτικής ιατρικής, όπως η διατήρηση του νεκρού σώματος και η καύση των νεκρών για αποφυγή μολύνσεων. Η επάλειψη του νεκρού Πάτροκλου με ειδικό μύρο γίνεται με θεϊκή επέμβαση και έτσι αντιμετωπίζεται η σήψη: « μετά κρασί φλογάτο (η Θέτις), αθάνατο και μόσκο στα ρουθούνια του Πάτροκλου σταλάζει, απείραχτο να μείνει το κορμί του» ( Τ 38 - 39). Η έγκαιρη καύση των πτωμάτων κατά τη διάρκεια του λοιμού εξασφαλίζει τη στοιχειώδη άμυνα κατά της επέκτασης της επιδημίας: « κι άναβαν άπαυτα για τους νεκρούς οι φλόγες» (Α 52) Φορείς αυτών των ιατρικών γνώσεων φαίνεται να είναι όλοι οι πολεμιστές.
Ο ομηρικός άνθρωπος, για να αναγκαστεί να επιβιώσει στις συχνές μάχες που έδινε, είχε κατακτήσει βασικές γνώσεις αντιμετώπισης του τραύματος. Η εμπειρία στις μάχες, βέβαια, έδινε πολλές ευκαιρίες για να αποκτηθούν τέτοιου είδους γνώσεις. Ωστόσο, υπάρχουν και τα ειδικευμένα άτομα για τη θεραπεία, οι γιατροί. Στα ομηρικά έπη συναντούμε τους γιατρούς, τους « ιητήρες», να ανήκουν στην αξιοσέβαστη τάξη των « δημιοεργών», των δημιουργών δηλαδή, ανάμεσα στους τέκτονες, στους τεχνίτες και στους αοιδούς. Οι δημιουργοί έχαιραν μεγάλης εκτιμήσεως και ήταν περιζήτητοι στις βασιλικές αυλές.
Η σημασία που αποδίδεται στην αξία των γιατρών φαίνεται καθαρά στους στίχους 214 και 215 της Λ ραψωδίας της Ιλιάδος : « γιατί ένας γιατρός αξίζει σίγουρα πολλούς ανθρώπους άλλους, σαγίτες ανασπάει και βότανα μαλαχτικά απιθώνει». Γιατρούς, όμως, χρειάζονται ακόμη και οι θεοί. Το στοιχείο του «ανθρωπομορφισμού, που κατακλύζει τα έπη, επιβάλλει την ύπαρξη ενός γιατρού, γιατί και οι θεοί τραυματίζονται: «παίρνοντας φόρα ο γιος του αντρόκαρδου Τυδέα την κονταρεύει (την Αφροδίτη) μ' ένα του πήδημα, και ξώδερμα στο χέρι τη λαβώνει το τρυφερό' και το κοντάρι του μεμιάς στο δέρμα εμπήχτη μεσ' απ' το θείο μαντί, που κάποτε της το 'χαν φάνει οι χάρες, απάνω στον αρμό' και χύνουνταν το αθάνατό της αίμα, ο ιχώρας, που μες στων τρισεύτυχων θεών κυλάει τις φλέβες» (Ε 335 - 340) « πονούσε αβάσταχτα (η Αφροδίτη), κι η σάρκα της μελάνιαζε η ροδάτη» (Ε 354) « πολλά τυράννια κι η `Ηρα τράβηξε, που τρίκοχη σαγίτα ο χεροδύναμος της έριξε γιος του Αμφιτρύωνα πάνω στο στήθος το δεξιό και αλάγιαστος τη συνεπήρε πόνος».
Στα έπη γιατρός των θεών είναι ο Παιήων. Τον βλέπουμε να περιποιείται τα τραύματα του `Αδη στο Ε 401: « Τότε οΠαιήονας, απιθώνοντας πα στην πληγή βοτάνια»,και να θεραπεύει τον `Αρη: « Είπε και τον Παιήονα φώναξε να 'ρθει και να τον γιάνει. Τότε ο Παιήονας απιθώνοντας πα στην πληγή βοτάνια μαλαχτικά μεμιάς τον έγιανε» ( Ε 899 - 901) Ανάμεσα στους θνητούς ξεχωριστή θέση κατέχουν ο Μαχάων και ο Ποδαλείριος, τα δύο αδέλφια που παρουσιάζονται ως γιατροί των Αχαιών: « Δυο είναι οι γιατροί μας, ο Μαχάονας και ο Ποδαλείριος...».
Αν και είναι ονομαστοί γιατροί, δεν μπορούμε να τους κατατάξουμε στους δημιουργούς, αφού συμμετέχουν στην τρωική εκστρατεία ως ηγεμόνες θεσσαλικής φυλής. Προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους πληγωμένους Αχαιούς, αλλά και παίρνουν μέρος στη μάχη, όπου μάλιστα ο ένας από αυτούς, ο Μαχάων, τραυματίζεται από τον Πάρη (Λ 506). Είναι γιοί του Ασκληπιού και έτσι έχουν διδαχθεί την τέχνη της θεραπείας: « ... το Μαχάονα φώναξε και μην αργείς καθόλου, τον Ασκληπιό που έχει, τον άψεγο το γιατρευτή, πατέρα» ( Δ 194 - 195). Ο Ασκληπιός έχει μαθητεύσει κοντά στον Κένταυρο Χείρωνα, στο Πήλιο ( Δ 219). Μαθητής του Χείρωνα είναι και ο Αχιλλέας, που κατέχει κι αυτός τα μυστικά της ιατρικής: « ... και μαλακά βοτάνια βάλε μετά, πραγά, που σου 'μαθε λεν ο Αχιλλέας, απάνω (στην πληγή) ' αυτός από το δίκιο Κένταυρο, το Χείρωνα, τα ξέρει» ( Λ 830 - 832). Ο Χείρων, λοιπόν, αποτελεί στα έπη την πηγή των ιατρικών γνώσεων. `Οπως όλοι οι Κένταυροι, ζει στο Πήλιο, όπου φύονται πολλά βότανα.
Οι Κένταυροι γνωρίζουν τις ιδιότητες των φυτών, πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως φάρμακα και ακόμη κατέχουν την τέχνη της θεραπείας. Με την πάροδο του χρόνου η ικανότητα αυτή κατέστη μοναδικό προνόμιο του Χείρωνα. Η θεραπευτική του ικανότητα δικαιολογείται από την καταγωγή του, ενώ η θεραπευτική δεινότητα φανερώνεται από το όνομά του: γιος του Κρόνου και της Φιλλύρας, η οποία έδωσε το όνομά της στο άνθος που χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα στην ελληνική ιατρική, το δε όνομά του δηλώνει το χέρι - χειρ > Χείρων - και μάλιστα το θαυματουργό.
Ο Χείρων, αντίθετα από τους άλλους Κενταύρους, παρουσιάζεται δίκαιος, ήπιος, γλυκός και ευεργετικός, χαρακτηριστικά που προσδίδονται στον Ασκληπιό, στους γιατρούς και τον Απόλλωνα. Ο τελευταίος, όπως είδαμε προηγουμένως, έχει τη διπλή ιδιότητα του προξένου της ασθένειας, αλλα και της θεραπείας της. Αυτή η ικανότητα του θεού να επιφέρει την ίαση υποδηλώνεται με τα επίθετα που του δόθηκαν: Ιατρός, Αλεξίκακος (= που διώχνει το κακό), Ακέσιος (από το ακέομαι, που σημαίνει βοηθός) κ.ά. Σ' αυτά τα επίθετα πρέπει να προστεθεί και το Επικούριος (= αυτός που βοηθάει), στον οποίο είχε αφιερωθεί ο περίλαμπρος ναός, επειδή είχε απαλλάξει τους Φιγαλείς από τον τρομερό λοιμό.
Συμπερασματικά, η ίαση στον `Ομηρο βασίζεται σε δύο στοιχεία: το θεϊκό και το ανθρώπινο. Το πρώτο είναι απόρροια της αδυναμίας του αρχαϊκού ανθρώπου να ελέγξει τις άγνωστες δυνάμεις του περιβάλλοντος του. Τα θρησκευτικά στοιχεία του ομηρικού κόσμου οριοθετούν σαφώς την ερμηνεία των χωρίων των επών που αφορούν τα θέματα θεραπείας.
Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός, ότι ο `Ομηρος, περιγράφοντας την προσπάθεια του ανθρώπου να αντιμετωπίσει με τις δυνάμεις του τη φύση, φανερώνει μία συστηματοποίηση εμπειριών, γνώσεων και τεχνικών που αξιοποιούνται στην καθημερινή πρακτική. Το σύνολο αυτών των γνώσεων, ανεξάρτητα από το αν προέρχεται από τους θεούς ή είναι αποτέλεσμα παρατήρησης, αποτελεί ήδη κτήμα του ομηρικού ανθρώπου.
Αυτές οι γνώσεις θα είναι το θεμέλιο, στο οποίο θα οικοδομηθεί αργότερα, αλλά πάντοτε στον ελληνικό χώρο, η επιστήμη της ιατρικής. Το θρησκευτικό στοιχείο θα απομακρυνθεί σταδιακά από τη φιλοσοφία και την επιστήμη, αλλά θα επιζήσει στο χώρο της θρησκείας, της πίστης και των λαϊκών δοξασιών.

Αδάμ Αδαμόπουλος - Φιλόλογος ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΟΜΗΡΟΣ, Ιλιάδα, Ν. Καζαντζάκης - Ι. Θ. Κακριδής (μτφ), ΟΕΔΒ, Αθήνα Δ. ΛΥΠΟΥΡΛΗΣ, Ιπποκρατική Ιατρική, Θεσσαλονίκη, 1983 Μ. ΜΑΡΣΕΛΟΣ, Ναρκωτικά Φαρμακολογία και Τοξικολογία των Εξαρτησιογόνων Ψυχοτρόπων Ουσιών Δ. ΤΣΕΚΟΥΡΑΚΗΣ, Ιπποκράτους Περί Αρχαίης Ιητρικής (ερμηνευτική έκδοση), Θεσσαλονίκη, 1994 P. DECHARME, Ελληνική Μυθολογία, Αδ. Αδαμάντιος (μτφ)